Ο Σταύρος κατάγονταν από μια φτωχή οικογένεια, για την ακρίβεια δεν ήταν οικογένεια, ζούσε μόνος του με τη γιαγιά του σ’ ένα παλιό ερείπιο που είχαν για σπίτι. Ένα παιδί αγρίμι, τόσο φτωχό που πολλές φορές ερχόταν στο σχολείο με τις πιτζάμες του.
Τον Σταύρο τον γνώρισα στο δημοτικό τη δεκαετία του 90’. Ήταν
ένα παιδί στιγματισμένο. Το αδύνατο σώμα του, οι άγαρμποι τρόποι του και η έλλειψη «προστασίας» από γονείς τον είχαν μετατρέψει σε έναν εύκολο στόχο για τους μικρούς νταήδες του δημοτικού. Οι νταήδες κατά παράδοση ήταν τα στουρνάρια του σχολείου που προκειμένου να κρύψουν την ανεπάρκεια τους τραμπούκιζαν ομαδικά αυτό το ένα και μοναδικό άτομο.
Τον είχαν ονομάσει «σκουλήκι» και καθημερινά σχεδόν βίωνε την κακοποίηση και τον χλευασμό. Τα υπόλοιπα παιδιά κοιτούσαν αδιάφορα, το θέαμα άλλωστε από ένα σημείο κι έπειτα είχε αρχίσει να μοιάζει φυσιολογικό. Κάποια στιγμή θυμάμαι είχα ρωτήσει μια δασκάλα:
- «Κυρία τον χτυπούν, γιατί δεν κάνετε τίποτα;»
Η απάντηση ήταν λίγο πολύ στη λογική «παιδιά είναι και παίζουν», ακόμα και ο διευθυντής το έπαιρνε στο χαβαλέ, καμία φορά μάλιστα τον ‘πείραζε’ και ο ίδιος.
Όσο μπορούσα τον βοηθούσα, πάραυτα μια μέρα του επιτέθηκα χωρίς λόγο, ποιος ξέρει, είχε γίνει άλλωστε κοινά αποδεκτό ότι ο Σταύρος ήταν ένας μαθητής λιγότερο ίσος από τους άλλους και να ένιωσα στιγμιαία πως είχα κάποιο δικαίωμα επάνω του.
Αν θυμάμαι κάτι έντονα από το δημοτικό ήταν όλο αυτό το αρρωστημένο σκηνικό. Τα χρόνια πέρασαν, περισσότερα αεριτζίδικα χρήματα έρεαν στη μικρό-αστική τάξη δίνοντας στους αμόρφωτους Ελληναράδες μια αίσθηση μεγαλοσύνης, ξέχασα και εγώ πως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι τίποτα άλλο πάρα αγρίμια που η μοναδική τους προτεραιότητα είναι να κοιτούν την πάρτη τους, εκτονώνοντας τα ψυχολογικά τους στους αδύναμους.
Όταν χθες κατέβηκα από το σπίτι και είδα χρυσαυγίτες να χαριεντίζονται με μπάτσους, κατάλαβα πως η ώρα έρχεται, όπου ένα μεγάλο μέρος αυτής της σάπιας κοινωνίας θα νιώσει τη μοναξιά του φτωχού Σταύρου άλλα και του κάθε κακοποιημένου μετανάστη.
Όταν δεν υπάρχει πολιτισμός κυριαρχούν τα πιο αρρωστημένα και άγρια ζώα. Αυτά είναι τα ζώα των αφεντικών. Τελείωσαν τα λεφτά που έτρωγαν και τώρα ψάχνουν για ανθρώπινο κρέας προκειμένου να καλύψουν το κενό της ψευδεπίγραφης ανωτερότητας τους. Θα ξεφτιλίσουν τη χώρα, θα ταπεινώσουν με τη ρετσινιά του ναζισμού πολλές γενεές Ελλήνων και στο τέλος, όταν η προπαγάνδα του μίσους φτάσει στο ζενίθ, θα χάσουν. Αυτό επέλεξε ο «περιούσιος» λαός μας και αυτό θα λάβει.
Από το blog του ''Χαζούλη''
Τον Σταύρο τον γνώρισα στο δημοτικό τη δεκαετία του 90’. Ήταν
ένα παιδί στιγματισμένο. Το αδύνατο σώμα του, οι άγαρμποι τρόποι του και η έλλειψη «προστασίας» από γονείς τον είχαν μετατρέψει σε έναν εύκολο στόχο για τους μικρούς νταήδες του δημοτικού. Οι νταήδες κατά παράδοση ήταν τα στουρνάρια του σχολείου που προκειμένου να κρύψουν την ανεπάρκεια τους τραμπούκιζαν ομαδικά αυτό το ένα και μοναδικό άτομο.
Τον είχαν ονομάσει «σκουλήκι» και καθημερινά σχεδόν βίωνε την κακοποίηση και τον χλευασμό. Τα υπόλοιπα παιδιά κοιτούσαν αδιάφορα, το θέαμα άλλωστε από ένα σημείο κι έπειτα είχε αρχίσει να μοιάζει φυσιολογικό. Κάποια στιγμή θυμάμαι είχα ρωτήσει μια δασκάλα:
- «Κυρία τον χτυπούν, γιατί δεν κάνετε τίποτα;»
Η απάντηση ήταν λίγο πολύ στη λογική «παιδιά είναι και παίζουν», ακόμα και ο διευθυντής το έπαιρνε στο χαβαλέ, καμία φορά μάλιστα τον ‘πείραζε’ και ο ίδιος.
Όσο μπορούσα τον βοηθούσα, πάραυτα μια μέρα του επιτέθηκα χωρίς λόγο, ποιος ξέρει, είχε γίνει άλλωστε κοινά αποδεκτό ότι ο Σταύρος ήταν ένας μαθητής λιγότερο ίσος από τους άλλους και να ένιωσα στιγμιαία πως είχα κάποιο δικαίωμα επάνω του.
Αν θυμάμαι κάτι έντονα από το δημοτικό ήταν όλο αυτό το αρρωστημένο σκηνικό. Τα χρόνια πέρασαν, περισσότερα αεριτζίδικα χρήματα έρεαν στη μικρό-αστική τάξη δίνοντας στους αμόρφωτους Ελληναράδες μια αίσθηση μεγαλοσύνης, ξέχασα και εγώ πως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι τίποτα άλλο πάρα αγρίμια που η μοναδική τους προτεραιότητα είναι να κοιτούν την πάρτη τους, εκτονώνοντας τα ψυχολογικά τους στους αδύναμους.
Όταν χθες κατέβηκα από το σπίτι και είδα χρυσαυγίτες να χαριεντίζονται με μπάτσους, κατάλαβα πως η ώρα έρχεται, όπου ένα μεγάλο μέρος αυτής της σάπιας κοινωνίας θα νιώσει τη μοναξιά του φτωχού Σταύρου άλλα και του κάθε κακοποιημένου μετανάστη.
Όταν δεν υπάρχει πολιτισμός κυριαρχούν τα πιο αρρωστημένα και άγρια ζώα. Αυτά είναι τα ζώα των αφεντικών. Τελείωσαν τα λεφτά που έτρωγαν και τώρα ψάχνουν για ανθρώπινο κρέας προκειμένου να καλύψουν το κενό της ψευδεπίγραφης ανωτερότητας τους. Θα ξεφτιλίσουν τη χώρα, θα ταπεινώσουν με τη ρετσινιά του ναζισμού πολλές γενεές Ελλήνων και στο τέλος, όταν η προπαγάνδα του μίσους φτάσει στο ζενίθ, θα χάσουν. Αυτό επέλεξε ο «περιούσιος» λαός μας και αυτό θα λάβει.
Από το blog του ''Χαζούλη''