Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης
Περικοπές στους μισθούς, στις συντάξεις, στις εξόδους, στις διαμαρτυρίες, στις ελευθερίες του λόγου και της έκφρασης, κάθε μέρα και λιγότερη δημοκρατία κι εμείς εκεί· προσκολλημένοι στα στερεότυπά μας, στις εμμονές μας, στα αδιέξοδα. Κάθε μέρα και λιγότερος κοινός νους. Το πρώτο και βασικότερο που έχουμε να καταλάβουμε είναι ότι δεν μας λείπει καμιά ιδιοφυία για να μας βγάλει από τα αδιέξοδα, δεν χρειαζόμαστε κανέναν από μηχανής Σωτήρα να μας ελευθερώσει, δεν έχουμε την ανάγκη κανενός...
περισπούδαστου οικονομολόγου για να μας λύσει την εξίσωση της εξαθλίωσής μας.
Ωστόσο, έχουμε απελπιστικά ανάγκη να ασκήσουμε στοιχειωδώς την κοινή λογική. Με δυο λόγια, να σκεφτούμε απλά. Έχουμε επείγουσα ανάγκη να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα κι όχι μέσω κομματικών ιδεοληψιών, συμβάσεων και σκοπιμοτήτων. Ποιος δεν γνωρίζει ότι τα εγκλήματα γίνονται στο όνομα των πιο ευγενικών ιδεών, όπως αντίστοιχα οι κομματικοί μηχανισμοί λένε τα δικά τους κατασκευασμένα συνειδητά ψεύδη με απώτερο στόχο την εξουσία… «στο όνομα των συμφερόντων του λαού»; Ποιος δεν γνωρίζει σε αυτόν τον τόπο τις κακοδαιμονίες, τα λάθη, τις αγκυλώσεις, τις διαστρεβλώσεις και τα παρατράγουδα της χώρας; Σε ποιον από όλους όσοι κατοικούν αυτόν τον τόπο αρέσει η ανεργία, ποιος επίσης ικανοποιείται με τις απολύσεις των εργαζομένων, ποιος «τη βρίσκει» με τις μειώσεις των μισθών;
Τι μας λένε λοιπόν όλα αυτά τα χρόνια τα κόμματα… που δεν κυβέρνησαν τον τόπο; Ότι είναι κακό πράγμα οι απολύσεις, η ανεργία, οι μειώσεις μισθών, η κοινωνική και ατομική εξαθλίωση. Διεκδικούν την εξουσία, τη σωτηρία του τόπου και των ζωών μας λέγοντάς μας πόσο καταστροφικά είναι τα μέτρα του Μνημονίου. Τρία χρόνια, οι μεν αντιμετωπίζουν την κρίση με περικοπές μισθών και συντάξεων, φορολογώντας ό,τι σαλεύει στην ελληνική επικράτεια, και οι δε λέγοντας αυτό που παραδέχονται και γνωρίζουν όλοι: πόσο αντιλαϊκά είναι τα μέτρα… Οι μεν προσθέτουν ότι είναι επώδυνα, αλλά αναγκαία, οι δε ότι είναι επώδυνα και καταστροφικά γιατί δεν οδηγούν πουθενά. Ωστόσο, δεν προτείνουν λύσεις, τουλάχιστον μέσα σε στοιχειώδες πλαίσιο σοβαρότητας… Και αυτό είναι γνωστό και εμπεδωμένο στη λαϊκή συνείδηση.
Ο κοινός νους σε περιόδους κρίσης αποτελεί την πιο ασφαλή καταφυγή, που δεν είναι άλλη από την αποδοχή του γεγονότος ότι πτωχεύσαμε κι ότι επιτέλους ΛΕΦΤΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ – τελεία και παύλα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, η ισονομία, το αίσθημα δικαίου και άλλες αξίες της δημοκρατίας βρίσκονται επίσης υπό καθεστώς πτώχευσης. Το μέγα αμάρτημα της αντιπολίτευσης είναι ότι ασκεί παρηγορητικό καταγγελτικό λόγο προσδοκώντας την εξουσία. Δεν λέει την αλήθεια ότι, ναι, λεφτά δεν υπάρχουν, για να αποκαταστήσει ό,τι χάθηκε, όπως υπόσχονται.
Δεκαετίες τώρα, η ευρύτερη Αριστερά επισήμαινε, ηχηρά και εντόνως, παράνομες προσλήψεις, όργιο αυθαιρεσιών, τον μηχανισμό διορισμών των κομμάτων εξουσίας, την ακατάσχετη ρουσφετολογία. Τι έγιναν όλοι εκείνοι οι «πρασινοφρουροί» και τα «δικά μας παιδιά»; Εξαερώθηκαν όλοι αυτοί οι ατελείωτοι κομματικοί στρατοί, τους οποίους βόλευαν οι βουλευτές και οι υπουργοί που σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και «βασανίζονται» από τη συνείδησή τους; Τι έγιναν όλες αυτές οι στρατιές των έκτος ΑΣΕΠ διορισμένων από τα παράθυρα, τις κλειδαρότρυπες, τις οροφές, τις πίσω πόρτες, όλες αυτές οι ευγενικές εξαιρέσεις πολιτών ειδικών αναγκών και περιπτώσεων που έπρεπε να καλύψουν τη μια εποχικές ανάγκες, την άλλη επίγειες, την παράλλη υπερπόντιες; Κανείς δεν είχε διαπιστώσει στους δήμους, για παράδειγμα, ότι συντελούνταν όργια κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος κι ότι οι δημοφιλείς δήμαρχοι κάθε τετραετία βόλευαν και μερικούς δικούς τους, μια και υπήρχαν λεφτά για ξόδεμα;
Αυτά επικροτεί σήμερα η Αριστερά, αυτές τις πρακτικές εγκρίνει; Στη χρεοκοπημένη Ελλάδα όλοι έχουν δίκιο, από τους πανεπιστημιακούς με τα ξεχαρβαλωμένα πανεπιστήμια έως τους αδικημένους δικηγόρους του ανεκδιήγητου Ρουπακιώτη. Αν όλα λειτουργούσαν τόσο εύρυθμα κι ήταν τόσο δίκαια κατανεμημένα, γιατί φτάσαμε σε αυτά τα μαύρα χάλια - που δεν είναι μόνο έργο ολίγων; Η απάντηση είναι θέμα κοινής λογικής κι όχι κομματικής και ιδεολογικής προκατάληψης και σκοπιμότητας.
Περικοπές στους μισθούς, στις συντάξεις, στις εξόδους, στις διαμαρτυρίες, στις ελευθερίες του λόγου και της έκφρασης, κάθε μέρα και λιγότερη δημοκρατία κι εμείς εκεί· προσκολλημένοι στα στερεότυπά μας, στις εμμονές μας, στα αδιέξοδα. Κάθε μέρα και λιγότερος κοινός νους. Το πρώτο και βασικότερο που έχουμε να καταλάβουμε είναι ότι δεν μας λείπει καμιά ιδιοφυία για να μας βγάλει από τα αδιέξοδα, δεν χρειαζόμαστε κανέναν από μηχανής Σωτήρα να μας ελευθερώσει, δεν έχουμε την ανάγκη κανενός...
περισπούδαστου οικονομολόγου για να μας λύσει την εξίσωση της εξαθλίωσής μας.
Ωστόσο, έχουμε απελπιστικά ανάγκη να ασκήσουμε στοιχειωδώς την κοινή λογική. Με δυο λόγια, να σκεφτούμε απλά. Έχουμε επείγουσα ανάγκη να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα κι όχι μέσω κομματικών ιδεοληψιών, συμβάσεων και σκοπιμοτήτων. Ποιος δεν γνωρίζει ότι τα εγκλήματα γίνονται στο όνομα των πιο ευγενικών ιδεών, όπως αντίστοιχα οι κομματικοί μηχανισμοί λένε τα δικά τους κατασκευασμένα συνειδητά ψεύδη με απώτερο στόχο την εξουσία… «στο όνομα των συμφερόντων του λαού»; Ποιος δεν γνωρίζει σε αυτόν τον τόπο τις κακοδαιμονίες, τα λάθη, τις αγκυλώσεις, τις διαστρεβλώσεις και τα παρατράγουδα της χώρας; Σε ποιον από όλους όσοι κατοικούν αυτόν τον τόπο αρέσει η ανεργία, ποιος επίσης ικανοποιείται με τις απολύσεις των εργαζομένων, ποιος «τη βρίσκει» με τις μειώσεις των μισθών;
Τι μας λένε λοιπόν όλα αυτά τα χρόνια τα κόμματα… που δεν κυβέρνησαν τον τόπο; Ότι είναι κακό πράγμα οι απολύσεις, η ανεργία, οι μειώσεις μισθών, η κοινωνική και ατομική εξαθλίωση. Διεκδικούν την εξουσία, τη σωτηρία του τόπου και των ζωών μας λέγοντάς μας πόσο καταστροφικά είναι τα μέτρα του Μνημονίου. Τρία χρόνια, οι μεν αντιμετωπίζουν την κρίση με περικοπές μισθών και συντάξεων, φορολογώντας ό,τι σαλεύει στην ελληνική επικράτεια, και οι δε λέγοντας αυτό που παραδέχονται και γνωρίζουν όλοι: πόσο αντιλαϊκά είναι τα μέτρα… Οι μεν προσθέτουν ότι είναι επώδυνα, αλλά αναγκαία, οι δε ότι είναι επώδυνα και καταστροφικά γιατί δεν οδηγούν πουθενά. Ωστόσο, δεν προτείνουν λύσεις, τουλάχιστον μέσα σε στοιχειώδες πλαίσιο σοβαρότητας… Και αυτό είναι γνωστό και εμπεδωμένο στη λαϊκή συνείδηση.
Ο κοινός νους σε περιόδους κρίσης αποτελεί την πιο ασφαλή καταφυγή, που δεν είναι άλλη από την αποδοχή του γεγονότος ότι πτωχεύσαμε κι ότι επιτέλους ΛΕΦΤΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ – τελεία και παύλα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, η ισονομία, το αίσθημα δικαίου και άλλες αξίες της δημοκρατίας βρίσκονται επίσης υπό καθεστώς πτώχευσης. Το μέγα αμάρτημα της αντιπολίτευσης είναι ότι ασκεί παρηγορητικό καταγγελτικό λόγο προσδοκώντας την εξουσία. Δεν λέει την αλήθεια ότι, ναι, λεφτά δεν υπάρχουν, για να αποκαταστήσει ό,τι χάθηκε, όπως υπόσχονται.
Δεκαετίες τώρα, η ευρύτερη Αριστερά επισήμαινε, ηχηρά και εντόνως, παράνομες προσλήψεις, όργιο αυθαιρεσιών, τον μηχανισμό διορισμών των κομμάτων εξουσίας, την ακατάσχετη ρουσφετολογία. Τι έγιναν όλοι εκείνοι οι «πρασινοφρουροί» και τα «δικά μας παιδιά»; Εξαερώθηκαν όλοι αυτοί οι ατελείωτοι κομματικοί στρατοί, τους οποίους βόλευαν οι βουλευτές και οι υπουργοί που σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και «βασανίζονται» από τη συνείδησή τους; Τι έγιναν όλες αυτές οι στρατιές των έκτος ΑΣΕΠ διορισμένων από τα παράθυρα, τις κλειδαρότρυπες, τις οροφές, τις πίσω πόρτες, όλες αυτές οι ευγενικές εξαιρέσεις πολιτών ειδικών αναγκών και περιπτώσεων που έπρεπε να καλύψουν τη μια εποχικές ανάγκες, την άλλη επίγειες, την παράλλη υπερπόντιες; Κανείς δεν είχε διαπιστώσει στους δήμους, για παράδειγμα, ότι συντελούνταν όργια κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος κι ότι οι δημοφιλείς δήμαρχοι κάθε τετραετία βόλευαν και μερικούς δικούς τους, μια και υπήρχαν λεφτά για ξόδεμα;
Αυτά επικροτεί σήμερα η Αριστερά, αυτές τις πρακτικές εγκρίνει; Στη χρεοκοπημένη Ελλάδα όλοι έχουν δίκιο, από τους πανεπιστημιακούς με τα ξεχαρβαλωμένα πανεπιστήμια έως τους αδικημένους δικηγόρους του ανεκδιήγητου Ρουπακιώτη. Αν όλα λειτουργούσαν τόσο εύρυθμα κι ήταν τόσο δίκαια κατανεμημένα, γιατί φτάσαμε σε αυτά τα μαύρα χάλια - που δεν είναι μόνο έργο ολίγων; Η απάντηση είναι θέμα κοινής λογικής κι όχι κομματικής και ιδεολογικής προκατάληψης και σκοπιμότητας.